Στερνή μου γνώση

Posted on December 13, 2011

2


Μην πυροβολείτε την παιδεία φωνάζουν οι ακαδημαϊκοί, οι πρυτάνεις, οι καθηγητές αλλά και οι φοιτητοπατέρες, τα κομματοστελέχη και οι άφαντοι διδάκτορες. Την αλήθεια λένε πως τη βρίσκεις πάντα κάπου στη μέση.

Τα ελληνικά πανεπιστήμια τροφοδοτούνται κάθε χρόνο με νέο αίμα φοιτητών. Νέο αίμα από τα σχολεία των cd, των συσσιτίων, της Γκράβας και των συνδικαλιστών που τη στήνουν κάθε πρωί πριν την προσευχή στην είσοδο μοιράζοντας την προκήρυξη του κόμματος.  
Μόλις κάποιος ή κάποια δεκαοχτάχρονη μπει για πρώτη φορά σε ένα πολιτισμένο ανώτερο ή ανώτατο ίδρυμα, είναι έθιμο να τον υποδέχεται ένας σύμβουλος σπουδών –άνθρωπος κι όχι βιβλίο- που θα τον πάρει να του δείξει με δυο λόγια πού ακριβώς βρίσκεται και τι θα κάνει για τα επόμενα τέσσερα χρόνια της ζωής του.
Αυτά κάπου αλλού. Γιατί εδώ σε υποδέχεται κάποιος από τις στρατιές των νεολαίων με τις σημειώσεις στα χέρια, τα πάρτι κλεισμένα από τον Σεπτέμβρη μέχρι και το Πάσχα που όλοι μαζί θα πάτε στη Μύκονο και τα μαθήματα περασμένα αν κάνεις και άλλους από το τμήμα σου να γραφτούν στους καταλόγους.
Τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι τελευταία. Χειρότερα κι απ’ τα πιο άθλια τριτοκοσμικά αφρικανικά κολέγια. Αυτό λένε πλείστοι οι πολιτικοί του τόπου μας. Στον πάτο κάθε λίστας φτάσανε έτσι όπως τα ‘καναν οι διαπλεκόμενοι πανεπιστημιακοί και φοιτητικοί παράγοντες -που οι ίδιοι φύτεψαν- συμπληρώνουν.
Τι είναι αυτές οι λίστες; Ποιος τις φτιάχνει; Ποια είναι τα κριτήρια κατάταξης κάθε σχολής; Τι κάνει τέλος πάντων το κάθε κολέγιο ξεχωριστό;
Διεθνείς οργανισμοί τα κάνουν αυτά, βαθμολογώντας το κάθε πανεπιστήμιο με βάση απλά πράγματα. Μερικά από αυτά είναι η έρευνα. Οι δημοσιεύσεις. Κάποιες πατέντες. Οι συμμετοχές σε διεθνή προγράμματα. Αλλά και η επαγγελματική αποκατάσταση των αποφοίτων τους.
Πού απασχολείται η επένδυση κάθε πανεπιστημίου; Πόσος χρόνος χρειάστηκε για να μπει στην αγορά εργασίας; Ποιος θα είναι ο πρώτος της μισθός; Αυτά νοιάζουν το κάθε λογής “πρωτοκλασάτο” κολέγιο.
Πώς καταφέραμε λοιπόν να έχουμε σήμερα μια χώρα με τις περισσότερες -ίσως- σχολές, τους περισσότερους -σίγουρα- καθηγητές και το χαμηλότερο -φαινομενικά- επίπεδο σχολών, σύμφωνα με τις λίστες που δίνουν στη δημοσιότητα, σε ολόκληρη την Ευρώπη;
Οι σχολές του εξωτερικού έχουν το κακό συνήθειο να βλέπουν το νέο φοιτητή σαν επένδυση. Δεν είναι βλαμμένοι οι άνθρωποι, που κάθε χρόνο γυρίζουν όλο τον κόσμο, τσιμπάνε δεκαοκτάχρονα λυκειόπαιδα και με ένα εισιτηριάκι πρώτης θέσης τα μαζεύουν στα κάμπους τους, με φουλ κομφόρ και όλα πληρωμένα.
Εδώ είναι η απάτη. Ο Έλληνας νέος εκεί έξω, είναι επένδυση. Ο Έλληνας νέος εδώ μέσα, είναι πελάτης. Κομματικός, ψηφοθηρικός, εισπρακτικός, καταναλωτικός, “νοικιαστικός”, φοροδοτικός. Πελάτης. 
Πάει πολύ λίγος καιρός που ο κόσμος σε διάφορες επαρχιακές πόλεις έβγαινε στους δρόμους διαμαρτυρόμενος για την κατάργηση τμημάτων της περιοχής του. Θα πεθάνει η πόλη, θα καταστραφούν τα σπίτια μας, θα μείνουν ανοίκιαστες οι γκαρσονιέρες μας, θα κλείσουν τα καφέ μας, θα μείνει απούλητος ο γύρος μας.
Ούτε ένα “θα μείνουν τα παιδιά μας αμόρφωτα”; Μα ούτε ένα “θα μείνει η περιοχή χωρίς επιστήμονες”; Πελάτες. Στην καφετέρια, το μπαρ, το σουβλατζίδικο, το ενοικιαζόμενο. Στα πάντα. 
Οι ψήφοι στην παράταξη και η επιρροή του κόμματος στο νομό. Τα βολέματα τοπικών βουλευτίσκων, με μία έρημη σήμερα, Σχολή Τάδε, να μένει μοναδική παρακαταθήκη της τετραετίας τους. Φοιτητές – φαντάροι σε πόλεις της μέσης του πουθενά, να φυλάνε τη χώρα από έναν φανταστικό εκ των έξωθεν εχθρό, τη στιγμή που ο πραγματικός είναι Έλληνας.
Επαρχιακή οικονομία του ζαρζαβατικού. Οικοδομημένη σε πανεπιστήμια μαϊντανούς και σε στρατόπεδα μανιτάρια.
Χαρτιά δίχως αξία. Πτυχία για το κάδρο. Συγχαρητήρια. Καλή σταδιοδρομία. Χάρηκα που σε είδα. Δρόμο τώρα. Ναι κύριε πρύτανη. Εσύ που αντιστέκεσαι σε αυτούς που κάθεσαι να σε χλευάζουν, που τρως τις φάπες τους σε ζωντανή μετάδοση. Γιατί αυτοί που σε καρπαζώνουν τώρα, χθες σε βάλανε μέσα. Εσύ παρακάλεσες, εξυπηρέτησες, αρίστευσες τα παιδιά τους. Εσύ που στηρίχθηκες από τους δικούς τους τριαντάρηδες φοιτητές για να διεκδικησεις τα δικαιώματα του ελληνικού πανεπιστημίου. 
Πάρε το χαρτί και άντε στο καλό κύριε απόφοιτε. Τράβα ζήτα μοναχός σου τώρα τα 150 ή πόσα τέλος πάντων ευρώ, που υποχρεούται να σου δίνει ο εργοδότης καπέλο κάθε μήνα. Αφού βέβαια πρώτα καταφέρεις και τον βρεις.
Ξέρουμε πόση είναι η ανεργία των νέων. Ξέρουμε πόσα ελληνόπουλα σηκώνονται και φεύγουν από δω χάμο, μια ώρα αρχίτερα. Ξέρουμε μέχρι και το γιατί φεύγουν. Καιρός είναι να μάθουμε και κάτι ακόμα. Πόσοι από αυτούς που φύγαν έξω για ένα μεταπτυχιακό, ένα μάστερ, ένα διδακτορικό, πιάσανε δουλειά εκεί; Πόσοι από δαύτους γυρίσανε πίσω, ψάχνοντας δουλειά εδώ; Τι κάνανε τελικά; Ποιος από τους δύο έπραξε καλύτερα;
Έκανε καλό αυτός που γύρισε πίσω; Μάλλον όχι. Σίγουρα όχι. Μια απορία δίχως νόημα, αλλά μιας και οι αριθμοί αρέσουν σε πολλούς, αξίζει κάποτε να τη λύσουμε κι αυτή. 
Σάλος και για τις ιδιωτικές σχολές. Και μάλιστα όχι μόνο από τη λεγόμενη αριστερά. Σάλος κι απ’ τους σοσιαλιστές. Για πες μου κυρία Αλέκα, κυρία Άννα, κύριε Θόδωρε. Κύριε Τάδε τέλος πάντων. Σύντροφε. Πού σπούδασε η κόρη σου; Ποιο σχολείο τέλειωσε ο γιος σου; Είχε παρατάξεις; Είχε νεολαίες; Είχε κόμματα, αφίσες και σημαιάκια; Ανοίξανε τα κεφάλια τους στις φοιτητικές τους εκλογές;
Ο καθένας έχει το δικαίωμα να κοιτά το καλύτερο για το παιδί του. ΤΟ καλύτερο. Ας γίνει έμπορος. Ας γίνει υπάλληλος. Ας αρμέγει κατσίκια. Όχι πολιτικός. Όχι υπουργός και δήμαρχος και εθνάρχης και στρατάρχης. Αυτός δεν έχει ένα μόνο παιδί. Έχει και το δικό μου παιδί. Και το δικό σου παιδί. Όλων τα παιδιά. 
“Να ψοφήσει ο γάιδαρος του διπλανού” θέλει ο μύθος να ζητά ο Έλληνας από το Θεό όταν Εκείνος εμφανίζεται και τον παρακαλεί να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε χάρη του ζητηθεί. Όχι. Εμείς δεν είμαστε έτσι. Πίσω από κάθε επίτευγμα, οποιαδήποτε ανακάλυψη, όλες τις επιτυχίες, αν ψάξεις καλά θα βρεις κι από ένα ελληνόπουλο. 

Θα βρεις έναν άνθρωπο που πάντα στην άκρη του μυαλού του έχει  την πατρίδα, αλλά ποτέ δεν ‘ρθει να την υπηρετήσει. Γιατί δεν θα είναι μαλάκας για να ‘ρθει.
Γιατί ξέρει. Ξέρει για την Ελλάδα που τρώει τα παιδιά της. Ξέρει για τον κάθε καθηγητή που θα τον πολεμήσει, τον κάθε “νεολαίο τριανταπεντάρη” που θα τον τραμπουκίσει. Ξέρει για τον δήμαρχο που θα τον στριμώξει και για τον πολιτικό που θα βάλει να περάσουν πρώτα “τα δικά του τα παιδιά”. 
Κυρίως όμως ξέρει ότι απέναντι του θα έχει νέους ανθρώπους, που θα τους λέει ψέματα. Όχι ψέματα ακαδημαϊκά. Ψέματα βιοποριστικά. 
Κι όμως. Αυτός ο άνθρωπος εδώ πήγε σχολείο. Εδώ τέλειωσε το δημοτικό και το γυμνάσιο. Τα δυσκολότερα, ίσως, δημοτικά και γυμνάσια στον κόσμο. Εδώ έβαλε τις βάσεις. Στην Ελλάδα των περισσότερων καθηγητών αλλά και την Ελλάδα των απότομων κορυφογραμμών. Των μεγαλύτερων ακτών. Των διασκορπισμένων νησιών. 

Στην Ελλάδα που το σύμβολο μιας νεανικής επανάστασης παραμένει λάφυρο στα χέρια του εκτρώματος που γέννησε πριν από τόσα χρόνια. Στα χέρια ενός τέρατος τόσο φρικτό, που οι ίδιοι του οι γονιοί αδυνατούν να τιθασέψουν.
Σε αυτήν την Ελλάδα, που ο καθηγητής στο ξερονήσι ψάχνει να βρει βύσμα να τον φέρει στο υπουργείο. Στην Ελλάδα των cd, των συσσιτίων, των αφισών και των ιδρυμάτων – θηρευτών του ψήφου. Σ’ αυτήν την Ελλάδα κύριε πρύτανη, κύριε νεολαίε, κύριε δήμαρχε, κύριε υπουργέ βρισκόμαστε. Σ’ αύτην…